χοιράδας

χοιράδας
χοιράς
like a hog
fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • CHOERADES — I. CHOERADES et Pharon insulas in Alexandria Aegypti appellatas, sciunt omnes, inquit Hermolaus, in Plin. Sunt etiam Choerades, insulae Italicae: Thucydidi, l. 7. in mari Ionio, iuxta Iapygium promontorium. Item insulae, sive petrae Ponti Euxini… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • κατίσχω — και καταΐσχω (Α) 1. κρατώ πίσω, εμποδίζω, συγκρατώ («ἑλίσσεται ἔνθα καὶ ἔνθα... οὐδὲ κατίσχει», Ομ. Ιλ.) 2. οδηγώ προς μια κατεύθυνση («ἐς πατρίδα γαῑαν νῆα κατισχέμεναι», Ομ. Οδ.) 3. προσορμίζομαι, αράζω («ὁρμηθέντες αὐτόθεν κατίσχουσιν ἐς τὰς… …   Dictionary of Greek

  • ναθμός — ναθμός, ὁ (Α) (κατά τον Ησύχ.) α) «ναθμούς τὰς χοιράδας» β) «τάσσεται καὶ ἐπὶ τῶν στημόνων» …   Dictionary of Greek

  • χοιράς — άδος, η, ΝΜΑ (λόγιος τ.) στον πληθ. οι χοιράδες και αἱ χοιράδες εξόγκωση και σκλήρυνση τών αδένων τού λαιμού («αὐτὸν δὲ τὸν Βατίνιον ἔχοντα χοιράδας ἐν τῷ τραχήλῳ», Πλούτ.) αρχ. 1. ως επίθ. αυτή που μοιάζει με χοίρο ή με τα νώτα χοίρου («χοιράδες …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”